Η εξέλιξη της σειράς “Τα Καλύτερα μας Χρόνια” έχει σχέση με τις ιστορίες που ξέρω κι εγώ από τους γονείς μου για εκείνη την εποχή. Κοίτα εγώ έχω ακούσει από τη μεριά του πατέρα μου, που έζησε Πολυτεχνείο, έζησε αυτά τα χρόνια τα δύσκολα, ότι γενικά ήταν μία πολύ δύσκολη περίοδος. Εμείς στη σειρά τα σπάμε και λίγο γιατί είναι ο κόσμος της οικογένειας που μπορεί να έχει και κάποιες χιουμοριστικές στιγμές. Έχεις έναν κόσμο χωρίς μεγάλους. Ο γιος μου μόλις μπαίνει στη Νομική με ότι αυτό συνεπάγεται. Είναι αρχές δεκαετίας 70… άλλο είναι να το ακούς και άλλο άμα το ζεις.
Είναι τελείως διαφορετικό, δηλαδή κανονικά και οδήγησα αυτοκινητου του 65 και δεν έμπαινε η ταχύτητα και μου φωνάζει ο φροντίστής σμπρώξτη, και το τράκαρα με κιόλας. θα κάνουμε πολύ ωραία πράγματα, είμαι τυχερός πραγματικά, δηλαδή μία σειρά εντελώς ξεχωριστή γιατί γενικώς η νοσταλγία αρέσει σε πάρα πολλούς τηλεθεατές και συνήθως τη νοσταλγία και τις σειρές εποχής τις έχουμε συνδέσει με δράμα. Σε αυτή τη σειρά το εγχείρημα είναι ότι δεν είναι δραματικό. Έχει πολλά κωμικά στοιχεία.
Το ισπανικό format στο οποίο βασίζεται, ξεκίνησε από το 1936 με τον Ισπανικό Εμφύλιο και νομίζω σήμερα έχει φτάσει στο 2013. Του χρόνου πλέον μπορεί να είναι φουτουριστική η υπόθεση.
Πολλές σειρές στην Αμερική έχουν μέσα την καραντίνα πλέον κανονικά. Δηλαδή η υπόθεση έχει μάσκες, έχει καραντίνα, έχει να προσέχουμε τις αποστάσεις. Όταν σκάσανε οι πρώτες οδηγίες για το θέατρο, στο πρώτο lockdown, που έλεγε οι ηθοποιοί πρέπει να έχουν ενάμιση μέτρο απόσταση, ότι δεν επιτρέπεται η σωματική επαφή, άρχισες να σκέφτεσαι και τι έργο μπορώ να κάνω; Η παράσταση στην Επίδαυρο, η Λυσιστράτη με τη Βίκυ Σταυροπούλου, που ήταν η πρώτη παράσταση μετά το lockdown, έβλεπα τον κόσμο ο οποίος ήταν τόσο… ήθελε τόσο πολύ να δει θέατρο. Ήταν κάτι το μαγικό. Με το παραμικρό αμέσως να γελάσει, να χειροκροτήσει… έλειπε, έλειπε πάρα πολύ.